Του ΓΙΑΝΝΗ Γ. ΧΟΡΤΗ
Ο Ναννούσκος- έτσι τον βάφτισε ο ίδιος ο Βαλαωρίτης - ,εγγονός του παγκόσμια γνωστού βάρδου Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, γέννημα –θρέμμα του νησιού κι αυτός, χαμογέλασε με όλα αυτά, πήρε τους χαιρετισμούς από ένα ζευγάρι πέρδικες που φτεράκιασαν από το διπλανό χαλικερό αμπέλι και, αφού ξεμάκρυναν με ασφάλεια πέρα στους στουρναρόβραχους με ίσια φτερά, πήραν κλίση με στροφή και προσγειώθηκαν με χάρη, ενώ στον ολοκάθαρο ουρανό ένα σμήνος αγριοπερίστερα, κωπηλατώντας γρήγορα, σταθερά, ανέβαιναν για βοσκή στα ορεινά, αγνοώντας τους κύκλους του γερακιού, που κατόπτευε να βρει στόχο για κάθετη εφόρμηση. Έτσι, τη μια έκανε κύκλους που μεγάλωναν και ανέβαινε και την άλλη έσμιγε τις φτερούγες και κλίνοντας σε μικρή γωνία τα φτερά βουτούσε σβέλτα κάτω, βλέποντας όμως πως δεν βόλευε ο στόχος, κλυδωνιζόταν , ισοζύγιαζε σώμα –φτερούγες και άλλαζε χώρο με μγάλη ταχύτητα. Αφού αγωνίστηκε πολύ χωρίς αποτέλεσμα, άλλαξε πεδίο δράσης, ώσπου στον δρόμο του βρέθηκε ένας κόρακας. Το κοράκι, βλέποντας το ξεφτέρι, αιφνιδιάστηκε και θεώρησε την πτήση του παραβίαση του εναέριου χώρου του. Έτσι έκαμε έναν ελιγμό, ανυψώθηκε και του επιτέθηκε. Το γεράκι, αισθανόμενο τον κίνδυνο, κινήθηκε σαν αστραπή κάτω, ξέφυγε με μεγάλο κύκλο, ανυψώθηκε και, όταν βρέθηκε πάνω απ’τον κόρακα, στοχεύοντας κάθετα του επιτέθηκε. Το μαύρο πουλί ξέφυγε έξυπνα με περίτεχνο ελιγμό δεξιά –αριστερά –πάνω και ετοιμάστηκε για νέα αντεπίθεση, μα άλλαξε πορεία. Το ίδιο και το γεράκι. Κατάλαβαν και τα δύο μαχητικά πως ο αντίπαλος είναι δυνατός και επικίνδυνος. Η αερομαχία τελείωσε. Ο κόρακας άλλαξε πορεία και κατευθύνθηκε στον πυκνόφυτο από πουρνάρια και βάτους εγκρεμό Κορακοφωλιά, εκεί που πασάριζαν και φώλιαζαν αλεπούδες. Έκανε κύκλους μέχρι πάνω ψηλά απ’τα σπίτια και προς τους κήπους με τα καλαμπόκια, προσπαθώντας να στοχεύσει ξεστρατημένο κοτόπουλο ή άλλο στόχο, ζωντανό ή ψόφιο. Το γεράκι πέρασε από την κοιλάδα Τραχωλαρές στην πλαγιά Παλιομάντρι, στη λαγκαδιά Μελίδια και λημέριασε σε μιαν αμυγδαλιά στο απάνεμο καταφύγιο Αϊ –Νικόλα με τα ψηλά πουρνάρια. Σε λιγότερο από ένα λεπτό σηκώθηκε και στο δέντρο με τους γαλάζιους σπόρους ακούστηκε ένα βουητό και ένα δυνατό φύσημα. Το γεράκι έκαμε οριζόντια, χαμηλή πτήση και πέρασε μέσα στα κλΑΡΙΆ. Μια απελπισμένη τσιριχτή κραυγή, ένα σπαρακτικό κλάμα πουλιού τρύπησε τον αέρα, που την ακολούθησαν άλλες επαναλαμβανόμενες οιμωγές απελπισίας και σήμαινε πως έφτασε η μοιραία ώρα του τέλους για το ανυποψίαστο πουλί, που κι αυτό έψαχνε για τροφή. Στο μομέντο, ανυψώθηκαν στον αέρα τα φτερά ενός αητομάχου, του πιο μεγάλου από τα μικρά πουλάκια, που αποτελούσαν μαζί με τους γαλάζιους σπόρους της κοκοροβυθιάς στόχο και τροφή του. Μια μινιατούρα αητού χάθηκε, για να συντηρηθεί το ξεφτέρι. Πιθανόν κάποιο μικρό πουλάκι γλύτωσε από τον αητομάχο. Ο αιώνιος κύκλος της ζωής, βίαιος, σκληρός, απρόβλεπτος. «Πόλεμος πατήρ πάντων», όπως έλεγε ο εφέσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος. Όμως αυτός είναι ο σκληρός νόμος της ζούγκλας και το αρπακτικό αρκέστηκε σε ένα…
Ο Ναννούσκος- έτσι τον βάφτισε ο ίδιος ο Βαλαωρίτης - ,εγγονός του παγκόσμια γνωστού βάρδου Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, γέννημα –θρέμμα του νησιού κι αυτός, χαμογέλασε με όλα αυτά, πήρε τους χαιρετισμούς από ένα ζευγάρι πέρδικες που φτεράκιασαν από το διπλανό χαλικερό αμπέλι και, αφού ξεμάκρυναν με ασφάλεια πέρα στους στουρναρόβραχους με ίσια φτερά, πήραν κλίση με στροφή και προσγειώθηκαν με χάρη, ενώ στον ολοκάθαρο ουρανό ένα σμήνος αγριοπερίστερα, κωπηλατώντας γρήγορα, σταθερά, ανέβαιναν για βοσκή στα ορεινά, αγνοώντας τους κύκλους του γερακιού, που κατόπτευε να βρει στόχο για κάθετη εφόρμηση. Έτσι, τη μια έκανε κύκλους που μεγάλωναν και ανέβαινε και την άλλη έσμιγε τις φτερούγες και κλίνοντας σε μικρή γωνία τα φτερά βουτούσε σβέλτα κάτω, βλέποντας όμως πως δεν βόλευε ο στόχος, κλυδωνιζόταν , ισοζύγιαζε σώμα –φτερούγες και άλλαζε χώρο με μγάλη ταχύτητα. Αφού αγωνίστηκε πολύ χωρίς αποτέλεσμα, άλλαξε πεδίο δράσης, ώσπου στον δρόμο του βρέθηκε ένας κόρακας. Το κοράκι, βλέποντας το ξεφτέρι, αιφνιδιάστηκε και θεώρησε την πτήση του παραβίαση του εναέριου χώρου του. Έτσι έκαμε έναν ελιγμό, ανυψώθηκε και του επιτέθηκε. Το γεράκι, αισθανόμενο τον κίνδυνο, κινήθηκε σαν αστραπή κάτω, ξέφυγε με μεγάλο κύκλο, ανυψώθηκε και, όταν βρέθηκε πάνω απ’τον κόρακα, στοχεύοντας κάθετα του επιτέθηκε. Το μαύρο πουλί ξέφυγε έξυπνα με περίτεχνο ελιγμό δεξιά –αριστερά –πάνω και ετοιμάστηκε για νέα αντεπίθεση, μα άλλαξε πορεία. Το ίδιο και το γεράκι. Κατάλαβαν και τα δύο μαχητικά πως ο αντίπαλος είναι δυνατός και επικίνδυνος. Η αερομαχία τελείωσε. Ο κόρακας άλλαξε πορεία και κατευθύνθηκε στον πυκνόφυτο από πουρνάρια και βάτους εγκρεμό Κορακοφωλιά, εκεί που πασάριζαν και φώλιαζαν αλεπούδες. Έκανε κύκλους μέχρι πάνω ψηλά απ’τα σπίτια και προς τους κήπους με τα καλαμπόκια, προσπαθώντας να στοχεύσει ξεστρατημένο κοτόπουλο ή άλλο στόχο, ζωντανό ή ψόφιο. Το γεράκι πέρασε από την κοιλάδα Τραχωλαρές στην πλαγιά Παλιομάντρι, στη λαγκαδιά Μελίδια και λημέριασε σε μιαν αμυγδαλιά στο απάνεμο καταφύγιο Αϊ –Νικόλα με τα ψηλά πουρνάρια. Σε λιγότερο από ένα λεπτό σηκώθηκε και στο δέντρο με τους γαλάζιους σπόρους ακούστηκε ένα βουητό και ένα δυνατό φύσημα. Το γεράκι έκαμε οριζόντια, χαμηλή πτήση και πέρασε μέσα στα κλΑΡΙΆ. Μια απελπισμένη τσιριχτή κραυγή, ένα σπαρακτικό κλάμα πουλιού τρύπησε τον αέρα, που την ακολούθησαν άλλες επαναλαμβανόμενες οιμωγές απελπισίας και σήμαινε πως έφτασε η μοιραία ώρα του τέλους για το ανυποψίαστο πουλί, που κι αυτό έψαχνε για τροφή. Στο μομέντο, ανυψώθηκαν στον αέρα τα φτερά ενός αητομάχου, του πιο μεγάλου από τα μικρά πουλάκια, που αποτελούσαν μαζί με τους γαλάζιους σπόρους της κοκοροβυθιάς στόχο και τροφή του. Μια μινιατούρα αητού χάθηκε, για να συντηρηθεί το ξεφτέρι. Πιθανόν κάποιο μικρό πουλάκι γλύτωσε από τον αητομάχο. Ο αιώνιος κύκλος της ζωής, βίαιος, σκληρός, απρόβλεπτος. «Πόλεμος πατήρ πάντων», όπως έλεγε ο εφέσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος. Όμως αυτός είναι ο σκληρός νόμος της ζούγκλας και το αρπακτικό αρκέστηκε σε ένα…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου