Ένα νοικοκυριό στα Χορτάτα των αρχών του 18ου αιώνα

Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ
Στο ερώτημα ποια ήταν η εικόνα ενός νοικοκυριού σε μια αγροτική κοινότητα, όπως  ήταν τα Χορτάτα αλλά  και όλες οι αγροτικές κοινότητες, στις αρχές του 18ου αιώνα, μπορούμε να λάβουμε απαντήσεις από τα νοταριακά έγγραφα της εποχής, με βάση τα οποία μας δίνεται η δυνατότητα να ανασυνθέσουμε την κοινωνική και οικονομική ζωή και τα προβλήματα των ανθρώπων που ζούσαν τότε. Ιδιαιτέρως αποκαλυπτικά είναι τα έγγραφα που σχετίζονται με τον γάμο και την προίκα, καθώς, μέσα από αυτά, όχι μόνο μπορούμε να δούμε την οργάνωση ενός νοικοκυριού της εποχής, και, μέσω αυτής τη ζωή και τις ασχολίες των ανθρώπων, αλλά και να καταλήξουμε σε εύλογα συμπεράσματα για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν.

«Πάντα του οίκου δοκεί μοι είναι όσα τις κέκτηται» (= θεωρώ ότι στο νοικοκυριό ανήκουν όλα όσα έχει κανείς, Ξενοφ. Οικονομικός, 1,5)

Δύο τέτοια έγγραφα είναι καταχωρισμένα στον 1ο φάκελο των πράξεων του παπά Γιάννη Δεσαλέρμου, με ημερομηνίες το μεν πρώτο 31 Μαίου 1728 και το δεύτερο 12 Φεβρουαρίου 1729. Η σύνταξη δηλαδή του 2ου εγγράφου απέχει περίπου 7,5 μήνες από τη σύνταξη του πρώτου και αυτό έχει, θεωρώ, τη σημασία του. Το πρώτο έγγραφο συντάχθηκε στην Αμαξική και αφορά συμφωνία για τη λύση των μεταξύ τους διαφορών δύο κατοίκων των Χορτάτων που είχαν συγγενική σχέση.Τα δύο αυτά πρόσωπα ήταν ο Αθανάσης Αυλωνίτης και ο γαμπρός του, σύζυγος της θυγατέρας του, Γιωργάκης Χόρτης και οι διαφορές τους αφορούσαν κυρίως την προίκα την οποία είχε υποσχεθεί ο Αυλωνίτης στον γαμπρό του και, όπως θα φανεί στη συνέχεια, ο Γιωργάκης δεν είχε λάβει. Για να μην λυθούν, λοιπόν, οι διαφορές αυτές μέσω των δικαστηρίων, πράγμα το οποίο θα συνεπαγόταν έξοδα για τους διαδίκους, οι δύο συγγενείς αποφάσισαν να μεταβούν στην πρωτεύουσα του νησιού, όπου απευθύνθηκαν στον Λεόντιο Ζάκα, ο οποίος αποτύπωσε σε σχετικό έγγραφο τη συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει. Η συμφωνία προέβλεπε, αφού θα επέστρεφαν στα Χορτάτα, να αναθέσουν στον Παναγιώτη Βουκελάτο, προξενητή στον γάμο του Γιωργάκη με τη θυγατέρα του Αυλωνίτη, να επιλύσει το ζήτημα της προίκας το οποίο είχα ανακύψει. Η απόφαση του Βουκελάτου καταγράφηκε σε νοταριακή πράξη, στις 12 Φεβρουαρίου του 1729, όπως έχει ήδη αναφερθεί, δηλαδή σε σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τη συμφωνία παραπομπής της διαφοράς σε διαιτησία. Αναζητώντας μια εξήγηση για τη μεγάλη αυτή χρονική απόσταση, εικάζω ότι αυτή οφειλόταν, πιθανότατα, στις οικονομικές δυσκολίες που, ενδεχομένως, αντιμετώπιζαν ο Χόρτης και ο Αυλωνίτης, καθώς έπρεπε να καταβάλουν κάποιο χρηματικό ποσόν στον νοτάριο για τη σύνταξη της σχετικής πράξης. Μπορεί δηλαδή η απόφαση του Βουκελάτου να είχε εφαρμοσθεί και να ακολούθησε η σύνταξη της νοταριακής πράξης, όταν οι δύο  συμβαλλόμενοι είχαν την αναγκαία οικονομική ευχέρεια. Μία άλλη εκδοχή μπορεί να ήταν, πιθανώς, η παρελκυστική τακτική του Αυλωνίτη, ώστε να καρπωθεί τη σοδειά του 1728 από το αμπέλι και το χωράφι της προίκας που έπρεπε να δώσει στον Χόρτη, σύμφωνα με την απόφαση του Βουκελάτου, όπως θα δούμε. Και στις δύο περιπτώσεις, εικονογραφείται μια δύσκολη κατάσταση για τα δύο νοικοκυριά του εγγράφου και όχι μόνον, όπως θα μας δοθεί η ευκαιρία να σχολιάσουμε στη συνέχεια.

Στην πράξη, λοιπόν, του Δεσαλέρμου της 12ης Φεβρουαρίου του 1729 καταγράφεται η διαδικασία και η απόφαση του Βουκελάτου για το αντικείμενο της διαφοράς. Ο Βουκελάτος, ως διαιτητής, ακολούθησε τη συγκεκριμένη σε αυτές τις περιπτώσεις διαδικασία, πριν καταλήξει στη απόφασή του. Κάλεσε δηλαδή τους διαδίκους να παρουσιάσουν ο καθένας τα επιχειρήματά του επί του θέματος και ύστερα, αφού ορκίστηκε σε μια εικόνα («με όρκον εικονικόν», όπως αναφέρεται στο έγγραφο), εξέδωσε την ετυμηγορία του, η οποία ήταν δεσμευτική και για τους δύο  και καταγράφηκε στη νοταριακή πράξη. Όπως φαίνεται από τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν, οι θέσεις γαμπρού και πεθερού καθόλου δεν φαίνεται να επηρέασαν την κρίση του Βουκελάτου, αφού αυτός, ως προξενητής, εγνώριζε επακριβώς το περιεχόμενο της προίκας. Συγκεκριμένα, κατά τη διαδικασία του προξενιού, ο Αυλωνίτης είχε απαριθμήσει στον προξενητή ένα προς ένα όλα όσα θα έδινε στον Χόρτη ως προίκα, για να ευοδωθεί το συνοικέσιο και να γίνει ο γάμος, και τον εξουσιοδότησε να τα γνωστοποιήσει στον υποψήφιο γαμπρό του. Αυτά ήταν τα εξής: τρία στρώματα, τα δύο διπλαρένια ( βαμβακερά με ειδική πυκνή ύφανση) και το ένα μάλλινο, τέσσαρες προσκεφαλαδιές, δύο κεντητές και δύο διπλαρένιες, τέσσαρα προσκέφαλα, τα δύο κεντητά και τα δύο διπλαρένια, ένα κουλούφι (σάκος στον οποίο αποθήκευαν δημητριακά), εννιά πουκάμισα της νύφης, δύο διπλάρια (ύφασμα πυκνουφασμένο βαμβακερό ή λινό), 1 δαχτυλίδι, πιθανότατα ασημένιο, τέσσαρες μπόλιες της κεφαλής, τέσσαρα κεφαλοπάνια (λεπτουφασμένα σε σύγκριση με τις μπόλιες), δύο κρεμαστόμπολες (πετσέτες), ένα στρογγυλό μαντήλι, τέσσαρα μεσάλια μονοκλωνίτικα ( τραπεζομάντηλα λινά ή βαμβακερά με λεπτή ύφανση), δώδεκα μονόκλωνες (πιθανότατα πετσέτες λεπτουφασμένες), τρία βρακοπουκάμισα του γαμπρού, δύο μεροδούλια αμπέλι(1), δύο τεταρτιών, δηλαδή ενετικών στρεμμάτων, χωράφι (περίπου 3800 τ.μ.)(2) στην Αγριλίδα, άλλο χωράφι στο  Λιβάδι του οποίου η έκταση δεν αναφέρεται, κοντά στο αμπέλι του ποτέ παπά Δημήτρη Χόρτη, και ακόμα το μισό από το χωράφι στο Μεγαλοσπιτάτο, χωρίς να αναφέρεται η έκτασή του. Εκτός από αυτά στην προίκα περιλαμβάνονταν χαλκωματένια σκεύη (ταψιά, πινιάτες κ.λπ.), με βάρος 6 λίτρες (3), ένα βαγένι με χωρητικότητα 4 σταμνιά, 1 δαμάλι ( μοσχάρι), 1 δαμάλα, 2 γίδες και, τέλος, 15 λίρες αντί για κασέλα.

Όπως προκύπτει από την καταγραφή της προίκας, ένα μέρος από την οικοσκευή του νοικοκυριού, κυρίως είδη οικοτεχνίας κατασκευασμένα  στον αργαλειό (στρώματα, προσκέφαλα, πετσέτες, τραπεζομάντηλα, ρουχισμός κ.λπ.), καθώς και οικιακά σκεύη, απαραίτητα για το στήσιμο του νέου νοικοκυριού, περιλαμβάνονταν στην προίκα της νύφης. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ορισμένα από τα είδη αυτά, εκτός από χρηστικά, είχαν και σημαντική αισθητική αξία. Για παράδειγμα, αναφέρω ότι το κέντημα σε σεντόνια, προσκεφαλαδιές, προσκέφαλα, η λεπτή ύφανση κ.λπ.  υποδηλώνουν ότι, παρόλη τη δυσχερή οικονομική τους κατάσταση, οι άνθρωποι της εποχής συντηρούσαν μια μακραίωνη καλλιτεχνική παράδοση, έχοντας ενσωματώσει στην καθημερινή τους ζωή τα στοιχεία ενός λαμπρού πολιτιστικού παρελθόντος και, ακόμα, έχοντας ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους την αίσθηση του ωραίου. Εκτός όμως από την οικοσκευή, το νέο νοικοκυριό που θα εδημιουργείτο με τον γάμο, έπρεπε να εξασφαλίζει τις προυποθέσεις συντήρησης και επιβίωσης των μελών του. Σε μια αγροτική λοιπόν κοινότητα βασική προυπόθεση ήταν η κατοχή και η καλλιέργεις γης, καθώς και, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, η κατοχή ζωικού κεφαλαίου. Η οικογένεια της νύφης συνεισέφερε, ανάλογα με τις οικονομικές της δυνατότητες, σε αυτούς τους τομείς, προικίζοντάς την με χωράφια, κατά κύριο λόγο, αλλά και με αμπέλια, αν, βέβαια, είχε.  Και ήταν εύλογο τα χωράφια να αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης γης, καθώς σε μια αγροτική οικονομία στην οποία οι άνθρωποι επιδιώκουν την αυτάρκεια, δηλαδή την κάλυψη των αναγκών τους  από την παραγωγή στο πλαίσιο του νοικοκυριού, η αυτάρκεια σε δημητριακά ήταν η βασική τους προτεραιότητα.  Εξάλλου, όπως  φαίνεται από τα σωζόμενα ενετικά κτηματολόγια, όσο προχωρούμε από την πεδιάδα της Αμαξικής και τα γύρω από αυτήν χωριά, περιοχές όπου κυριαρχούσε  η καλλιέργεια του αμπελιού και της ελιάς, προς τις ημιορεινές και ορεινές περιοχές τα χωράφια ήταν, σε σύγκριση με τα αμπέλια σε συντριπτικό ποσοστό περισσότερα. (4) Σε κάθε περίπτωση, στις αρχές του 18ου αιώνα αμπελοκαλλιέργεια μαρτυρείται και στα Χορτάτα, αν και όχι εκτεταμένη. Τα χωράφια για καλλιέργεια δημητριακών, κυρίως, αλλά και οσπρίων αποτελούσαν το μέγιστο μέρος της περιουσίας των κατοίκων. Τεκμήριο ότι αυτή ήταν η πραγματικότητα αποτελεί η μελέτη της συγκεκριμένης προίκας και η σύγκριση μεταξύ χωραφιών και αμπελιών που δίνει στη θυγατέρα του ο Αυλωνίτης. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το αμπέλι που θα έπαιρνε ο γαμπρός του είχε έκταση 2 μεροδούλια, δηλαδή 630 τ.μ. Σε ό,τι αφορά τα χωράφια, για ένα από αυτά αναγράφεται έκταση 2 ενετικά στρέμματα, δηλαδή 3800 τ.μ. Άρα το αμπέλι ήταν λιγότερο από το 1/6 του χωραφιού αυτού. Αν υποθέσουμε ότι  τα άλλα δύο χωράφια μαζί ήταν άλλα 2 ενετικά στρέμματα, τότε το αμπέλι ήταν μικρότερο από το 1/12 των χωραφιών. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από τη μελέτη ενός άλλου προικώου εγγράφου που είναι καταχωρισμένο στις πράξεις του ίδιου νοταρίου, με χρονολογία 3 Νοεμβρίου 1740. Σ’ αυτό αναφέρεται ότι ο Δράκος Μπράιλας, κάτοικος Χορτάτων δίνει προίκα στον γαμπρό του Κωνσταντή Μαραγκό από το Κωμηλιό, πλην της οικοσκευής, χωράφια έκτασης 6 ενετικών στρεμμάτων ( περίπου 11.400 τ.μ.) καθώς και 3 μεροδούλια αμπέλι (945 τ.μ.). Με λίγα λόγια, το αμπέλι ήταν περίπου  12 φορές μικρότερο σε έκταση από τα χωράφια. Από τα δύο έγγραφα προκύπτει ότι τα αμπέλια στα Χορτάτα ήταν, πιθανότατα, περίπου το 8% της καλλιεργούμενης γης.  Με βάση όλα αυτά, είναι ευνόητο ότι κάτοικοι που είχαν πολύ μικρό κλήρο δεν μπορούσε να κατέχουν αμπέλια, αφού προτεραιότητά τους ήταν να εξασφαλίζουν «το ψωμί της χρονιάς τους», δηλαδή  να έχουν, κατά το δυνατόν, αυτάρκεια σε δημητριακά. Ότι αυτή ήταν η πραγματικότητα προκύπτει, αναλογικά, από τη μελέτη των σωζόμενων κτηματολογίων στα ημιορεινά και ορεινά χωριά του νησιού. Έτσι, στους Σφακιώτες επί συνόλου 146 ιδιοκτητών οι 77 δεν είχαν αμπέλια, στην Καρυά επί 196 δεν είχαν οι 94 και στον Αλέξανδρο επί 83 δεν είχαν οι 44. Το δείγμα είναι αξιόπιστο και μας επιτρέπει να θεωρήσουμε βέβαιο  ότι κάτι ανάλογο θα συνέβαινε και στα Χορτάτα (5). Σε ό,τι αφορά τον κτηνοτροφικό τομέα, στην προίκα περιλαμβάνονταν  1 βόδι και 1 αγελάδα, (σε άλλες περιπτώσεις βόδι ή αγελάδα) καθώς και ζώα «λιανά» (πρόβατα, γίδια), ανάλογα με τη δυνατότητα της οικογένειας της νύφης. Εξασφαλιζόταν έτσι η  καλλιέργεια των κτημάτων, αλλά και η παραγωγή κτηνοτροφικών προιόντων (κρέατος, γάλακτος, τυριού, μαλλιού) για τις ανάγκες της οικογένειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η οικογένεια της νύφης δεν παραχωρούσε βόδι ή αγελάδα, προβλεπόταν η καταβολή της αξίας του ζώου σε χρήμα.

Αυτή, σε γενικές  γραμμές, ήταν η εικόνα μιας προίκας της εποχής και, κατά συνέπεια,  η συνεισφορά της νυφης στη δημιουργία του νέου νοικοκυριού, η πλήρης εικόνα του οποίου συμπληρωνόταν με την κινητή και ακίνητη περιουσία του γαμπρού. Σε ό,τι αφορά την κινητή περιουσία, είναι ευνόητο ότι, εκτός των άλλων, περιλαμβάνονταν σε αυτήν εργαλεία για τις αγροτικές εργασίες των οποίων εικόνα μας δίνει κατάλογος αντικειμένων του Παναγιώτη Μαργέλη, που βρέθηκαν, μετά τον θάνατότου, στον οικισμό Νικολή και καταγράφονται σε πράξη του Δεσαλέρμου της 26ης Μαρτίου του 1733. Σ’ αυτόν αναφέρονται, πλην των συνήθων ειδών οικοσκευής (τηγάνια, ταψιά, πυροστιά, σαχάνια (μικρά χαλκωματένια σκεύη για διάφορες χρήσεις) κ.λπ., και εργαλεία για τις αγροτικές εργασίες, δηλαδή τσαπιά, τσεκούρι, σκεπάρνι, κόσκινα, δρεπάνια, αρίδα και ασφαλώς, αν και δεν καταγράφεται  διότι εθεωρείτο αυτονόητο, αλέτρι. Ενδιαφέρουσα είναι η καταγραφή ενός πιάτου στάγγινου, δηλαδή χαλκωματένιου, καθώς η χρησιμοποίηση πιάτων δεν ήταν συνηθισμένη στα αγροτικά νοικοκυριά και οι οικογένειες έτρωγαν σε άλλα σκεύη και, πιθανώς, πολλοί μαζί στο ίδιο σκεύος. Βασικό μέρος του εξοπλισμού ενός νοικοκυριού ήταν και ο αργαλειός, δεδομένου ότι τα διάφορα είδη ρουχισμού (ενδύματα, κλινοσκεπάσματα, στρώματα, τραπεζομάντηλα κ.λπ.) ήταν προϊόντα οικοτεχνίας, όπως προϊόντα οικοτεχνίας ήταν και τα στοιχειώδη έπιπλα, για την κατασκευή των οποίων απαραίτητα ήταν σκεπάρνια, τσεκούρια, αρίδες κ.ά, που έχουν  ήδη αναφερθεί. Σχετικά με τον αργαλειό,  αναφορά σ’ αυτόν συναντάμε στη διαθήκη της 18ης Απριλίου του 1734 του Γιώργου Βουκελάτου από τον οικισμό του Αγίου Βασιλείου, που είναι καταχωρισμένη στις πράξεις του Δεσαλέρμου. Σ’ αυτήν ο διαθέτης ορίζει ότι, αν, μετά τον θάνατό του, η χήρα του παντρευτεί, να μην λάβει τίποτε  από την περιουσία του αλλά μονο την προίκα της, δηλαδή τον αργαλειό  της και μία φελτζάδα (μάλλινο κλινοσκέπασμα).

Συγκεφαλαιώνοντας, θα λέγαμε ότι ένα νοικοκυρίο στα Χορτάτα  των αρχών του 18ου αιώνα διέθετε τα είδη οικοσκευής που έχουμε αναφέρει, ο αριθμός και η ποιότητα των οποίων σχετιζόταν με τις οικονομικές δυνατότητες κάθε οικογένειας. Ακόμα, διέθετε τα εργαλεία της αγροτικής ζωής και της οικοτεχνίας. Ως προς τα είδη οικοτεχνίας, πρέπει να σημειώσουμε ότι τα νοικοκυριά δεν προσέφευγαν στην αγορά για την προμήθεια ειδών που θα μπορούσαν να κατασκευάσουν στο σπίτι. Όμως, για τα εργαλεία και για ορισμένα είδη οικοσκευής  η προσφυγή στην αγορά ήταν υποχρεωτική και αναπόφευκτη, δεδομένου ότι η κατασκευή τους προϋπέθετε εξειδικευμένες γνώσεις και ειδικά εργαλεία. Αυτά τα είδη ήταν τα μεταλλικά αντικείμενα, χαλκωματένια ή σιδερένια, δηλαδή τα «χαλκώματα» για οικιακή χρήση και τα σιδερένια εργαλεία. Την εικόνα ενός εργαστηρίου κατασκευής τέτοιων αντικειμένων, που ήταν μαζί και εμπορικό κατάστημα ποικίλων ειδών, μας παρουσιάζει  νοταριακή πράξη του Ιωάννη Δεσαλέρμου της 16ης Νοεμβρίου του 1738. Σ’ αυτήν υπάρχει λεπτομερής καταγραφή των αντικειμένων που βρέθηκαν στο «αργαστήρι» κάποιου μαστρο Στεφανή στην Αμαξική. Ο μαστρο Στεφανής ήταν, όπως φαίνεται, σιδηρουργός, καθώς στη νοταριακή πράξη καταγράφονται «τα σύνεργα της τέχνης του», δηλαδή αμόνι,  φυσερά, βαριές, σφυριά, χουλιάρες (σιδερένιες κουτάλες με τις οποίες έριχνε το πυρακτωμένο μέταλλο στα καλούπια)  κ.λπ. Καταγράφονται ακόμα χαλκώματα, σιδερένια αντικείμενα και άλλα είδη, όπων τουφέκι, πιστόλες, τσαπράζια, καθρέφτες, μεταξωτά ζωνάρια, χρυσά και ασημένια είδη. Όλα αυτά εικονογραφούν την «ταυτότητα» του καταστήματος, με το  οποίο, όπως είναι  φυσικό, είχαν δοσοληψίες τα  αγροτικά  νοικοκυριά.                                                         

Σε ό,τι  αφορά την ακίνητη περιουσία, αυτή κυμαινόταν ανά  νοικοκυριό και, από στατιστική άποψη, δεν πρέπει να διέφερε ουσιαστικά από την κατάσταση στα ημιορεινά και ορεινά χωριά για τα οποία υπάρχουν κτηματολόγια. Και όπως στους Σφακιώτες, επί 146 ιδιοκτησιών, δεν περιλαμβάνονταν χωράφια στις 8 (ποσοστό περίπου 6%), στην Καρυά, επί 196,   οι 28 (ποσοστό περίπου 14%) και στον Αλέξανδρο, επί 83, οι 8 (περίπου 10%), έτσι και στα Χορτάτα πρέπει να υποθέσουμε βάσιμα ότι ένα μικρό ποσοστό κατοίκων δεν θα διέθεταν χωράφια. Γι’ αυτούς η διέξοδος για βιοπορισμό ήταν ασφαλώς η κτηνοτροφία, δεδομένης και της μορφολογίας του εδάφους που ήταν κατάλληλη για τέτοια δραστηριότητα. Για την μέγιστη πλειονότητα των κατοίκων, οι ιδιοκτησίες τους κλιμακώνονταν και, αν λάβουμε υπόψη μας τα χωριά που έχουν  αναφερθεί,  των περισσότερων έφταναν μέχρι 10 στρέμματα (6). Αμπέλια, όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι περισσότεροι δεν είχαν, όπως συνέβαινε και στους άλλους ημιορεινούς και ορεινούς οικισμούς, και αυτό, κατά μείζονα λόγο, ίσχυε για τον οικισμό των Χορτάτων, όπου μεγάλο μέρος των ιδιοκτησιών εκτείνονταν στις πιο  ψηλές πλαγιές και τα μικρά οροπέδια των Σταυρωτών. Τέλος, ελιές, λόγω του υψομέτρου του οικισμού αλλά και του γεγονότος ότι η καλλιέργεια του φυτού την εποχή αυτήν είχε αρχίσει να επεκτείνεται, ήταν εξαιρετικά σπάνιες, σε αντίθεση με τους άλλους οικισμούς του Διαμιλιανίου (Άγιος Βασίλειος, Μανάσι, Νικολή). Στους οικισμούς αυτούς υπήρχαν ήδη ή φυτεύονταν ελιές, όπως προκύπτει από πληθώρα νοταριακών πράξεων. Αναφέρω, ενδεικτικά, ορισμένες από αυτές.  Στα 1724, ο Ευστάθιος Μπλιτζιώτης (Νικολή) αφήνει, μεταξύ των άλλων, ως προίκα στη θυγατέρα του Αγγελική 4 κεντρομάδες στις τοποθεσίες Καβαλαρικό και Στου Φαλιέρη το αχούρι (7). Στα 1726 ο Αθανάσης Αργυρός (Νικολή) πωλεί χωράφι, με ελιές μέσα, στους Νικολό, Αθανάση και Γιάννη Αχειμαστιάδες (8). Στα 1728 ο μοναχός Ιωαννίκιος Ζωιτάς (Μανάσι), αφήνει στον αδελφό του Μάρκο, μεταξύ των άλλων και ελιές (9). Τέλος, στα 1734 ο Γιώργος Βουκελάτος (Άγιος Βασίλειος) αφήνει στη γυναίκα του ελιές  στην τοποθεσία στου Καλαβρού (10). Στους οικισμούς αυτούς και οι φυτείες αμπελιών ήταν περισσότερες από εκείνες του οικισμού των Χορτάτων.


2017: Η Μαρία Βουκελάτου στον αργαλειό (Φωτο: Mylefkada)

Ποιες όμως ήταν οι συνθήκες ζωής των κατοίκων του χωριού μας περίπου 300 χρόνια πριν; Η απάντηση, σε γενικές γραμμές, μπορεί να δοθεί, αν αντλήσουμε στοιχεία από τα πολύτιμα για τη μελέτη του παρελθόντος νοταριακά αρχεία. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε  είναι ότι η ζωή την παλαιά εκείνη εποχή ήταν εξαιρετικά δυσκολη. Ένα στοιχείο το οποίο αντλούμε από σειρά νοταριακών πράξεων σχετικών με την προίκα είναι εξόχως διαφωτιστικό. Πρόκειται για αναφορές σε «λειψοπροίκια», δηλαδή σε προικώα αντικείμενα τα οποία δεν είχαν δοθεί κατά το χρόνο του γάμου  και εκκρεμούσαν, πολλές φορές, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το φαινόμενο συναντάται συχνά και η οφειλή από τους γονείς ήταν απαράγραπτη. Ένα από τα πολλά παραδείγματα είναι ενδεικτικό και εξόχως χαρακτηριστικό. Περιλαμβάνεται στη διαθήκη του Αναστάση Χόρτη του ποτέ Αθανάση, η οποία είναι καταχωρισμένη στις πράξεις του Δεσαλέρμου, με χρονολογία 18 Ιουνίου 1749. Ο Αναστάσης, λοιπόν, χρωστούσε από λειψοπροίκι στην θυγατέρα του Καλογριά 1 στρώμα, 1 προσκεφαλάδα, 2 προσκέφαλα,1 κακάβι και 1 δαμάλα. Για τη δαμάλα τής είχε δώσει ένα χωράφι. Για τον ίδιο λόγο χρωστούσε στη Σταμούλα μη κατονομαζόμενα αντικείμενα και για την εξόφληση της οφειλής είχε δώσει στον άντρα της 22,5 λίρες, ένα πρόβατο και 1 φόρτωμα σμιγό (σιτάρι και κριθάρι ανάμεικτο). Οφειλή είχε ακόμα και σε τρίτη θυγατέρα του, την Κατέρω, για εξόφληση της οποίας της άφησε ένα χωράφι. Το γεγονός ότι και η παραμικρή οφειλή, σε σχέση με όσα είχαν υποσχεθεί οι γονείς για προίκα στις θυγατέρες τους, διαιωνιζόταν και έπρεπε να εξοφληθεί, έστω και σε βάθος χρόνου, φανερώνει ότι, κατά κανόνα, τα πάντα ήταν σημαντικά για κάθε νοικοκυριό, γιατί η ζωή των ανθρώπων ήταν ένας  σκληρός αγώνας και η φτώχεια, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό για τους περισσότερους, καθημερινή σύντροφός τους.

Σημειώσεις

  1. Μεροδούλι είναι η έκταση του αμπελιού που μπορούσε να σκάψει ένας καλλιεργητής σε 1 ημέρα και υπολογιζόταν σε περίπου 315 τ.μ. Βλ. Π.Γ.Ροντογιάννης, Ιστορία της νήσου Λευκάδος, Ε.Λ.Μ, Αθήνα 1980, τ. Α, σ. 647
  2. Ένα τετάρτι ήταν περίπου 1900 τ.μ., Π.Γ. Ροντογιάννης, Α, σ.647
  3. Πρόκειται για λίτρες βαριές, που κάθε μία ισοδυναμούσε με 477 γραμμάρια, Π.Γ.Ροντογιάννης, Α, σ. 648
  4. Άγγελος Γ. Χόρτης, Συμβολή στην οικονομική ιστορία της Λευκάδας (1684-1774), σ. 47-54
  5. Άγγελος Γ.Χόρτης, σ. 47-50
  6. Άγγελος Γ. Χόρτης, σ.47-50
  7. Atti papa Giovanni Dessalermo,15 Νοεμβρίου 1724 
  8. Atti papa Giovanni Dessalermo, 7 Ιουλίου 1727
  9. Atti papa Giovanni Dessalermo,1 Ιανουαρίου 1728
  10. Atti papa Giovanni Dessalermo,18 Απριλίου 1734

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Καλώς ήρθατε!
Σας καλωσορίζουμε στην ανανεωμένη ιστοσελίδα μας!
Η ιστοσελίδα μας επανασχεδιάστηκε και ανανεώθηκε, είναι πιο σύγχρονη, πιο λειτουργική και πιο επικεντρωμένη στο να σας προσφέρει τις πληροφορίες που χρειάζεστε άμεσα και γρήγορα.
Για καλύτερη εμπειρία χρήσης αναβαθμίστε την εφαρμογή περιήγησης (Browser) που χρησιμοποιείτε
Ευχαριστούμε που μας επισκεφθήκατε!