
Έχουν περάσει περισσότερα από πενήντα χρόνια από τότε που στο δημοτικό σχολείο του χωριού η εθνική γιορτή της «25ης Μαρτίου 1821» αποτελούσε ένα γεγονός με ιδιαίτερη σημασία και σπουδαιότητα για τη μικρή μας κοινότητα. Οι γιορτές τού τότε ήταν βιωματικές και είχαν ένα κοινό γνώρισμα: την ενεργητική συμμετοχή των μαθητών
στη διοργάνωση και προετοιμασία τους. Όλοι και όλες, συμμετείχαν με διάφορους τρόπους και κανένας δεν περίσσευε. Οι μαθητές έπρεπε, χωρίς να διακοπεί η κανονική ροή του σχολικού προγράμματος, με εξαίρεση ίσως την παραμονή της γιορτής, να μάθουμε «απόξου κι ανακατωτά» τα ποιήματα (ολόκληρα κατεβατά, παρακαλώ!) και τα σκετς (συνήθως το βράδυ με το λυχνάρι ή την πιο ‘αριστοκρατική’ λάμπα) αλλά και να οργανώσουμε την όλη εκδήλωση. Αυτή η ενεργός συμμετοχή των παιδιών αποτελούσε - και αποτελεί για τέτοιου τύπου εκδηλώσεις - από μόνη της ένα ισχυρό βίωμα, που προκαλούσε έντονα συναισθήματα χαράς και συγκίνησης τόσο στα ίδια όσο και στο ακροατήριο της εθνικής σχολικής γιορτής, το οποίο αποτελούνταν από όλους σχεδόν τους χωριανούς. Γενικά οι εθνικές σχολικές γιορτές τότε δεν είχαν τυπικό χαρακτήρα, όπως κατά κανόνα συμβαίνει σήμερα, αν κρίνουμε από το κατά πόσο εντυπώνονταν και εντυπώνονται αυτές στη μνήμη των παιδιών. Οι γιορτές του “δυο - τρια ποιηματάκια, κάνα - δυο κειμενάκια και κάνα - δυο τραγουδάκια”, με τη διάρκειά τους να κυμαίνεται από 30 έως 45 το πολύ λεπτά, ανήκουν στην κατηγορία του «Άντε να ξεμπερδεύουμε», του σχολικού δηλαδή … φαστφουντάδικου που χαρακτηρίζει σημαντικό μέρος των πρακτικών και δραστηριοτήτων, σχολικών και μη, της εποχής μας. Εξετάζοντας, έστω και αδρομερώς, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, καθώς και το περιεχόμενο και τη μορφή των εν Χορτάτοις του άλλοτε εορτών της «25ης Μαρτίου», αντιλαμβανόμαστε ότι πόρρω απέχουν από τις αντίστοιχες των ημερών μας.
1. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα: Καταρχάς, το δικό μας μοντέλο οργάνωσης της γιορτής δεν έχει να κάνει με τους δείκτες των ρολογιών και τον αυστηρά μηχανιστικό – ορθολογικό (;) προγραμματισμό των σχετικών δράσεων του σήμερα. Στην εποχή μας η καμπάνα του Αη Γιάννη καθόριζε την έναρξη και τη διάρκεια των όποιων δραστηριοτήτων, σχολικών και μη. Το ρολόι ήταν «αυστηρώς ακατάλληλο» για μικρούς και μεγάλους και η χρήση του ήταν κάτι αδιανόητο. Εξαίρεση αποτελούσαν 2-3 χωριανοί εικονοκλάστες, που διέθεταν βέβαια ρολόι, σπάνια όμως το χρησιμοποιούσαν. Εφάρμοζαν κι αυτοί εμπειρικές μεθόδους οργάνωσης στον άξονα του χρόνου, με κριτήρια την εποχή, τα λιοκάματα κ.λπ. Παράλληλα, υπήρχαν και κάποιες σταθερές, ηθικές και κοινωνικές, που σήμερα τείνουν να εκλείψουν. Για παράδειγμα, κανένας στο χωριό δεν αμφισβητούσε και δεν λοιδωρούσε τα δρώμενα της γιορτής. Πού και πού μόνο κανένα τσιτάτο, στο σωστό χρόνο, ήταν το αλατοπίπερο κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης. Αντίθετα, η κατάθεση στεφάνου και τα συναφή πραγματοποιούνταν με μεγάλο σεβασμό και κατάνυξη. Δεν χρειάζονταν τα ρουά και «ΜΑΤ» των παρελάσεων του σήμερα.
2. Το περιεχόμενο: Τότε το πρόγραμμα στηριζόταν σε δύο άξονες: απαγγελίες, κυρίως ποιημάτων, και θεατρικά. Συμπληρωματικά λειτουργούσαν τραγούδια και χοροί. Θεωρούνταν αδιανόητο για τη μικρή μας κοινότητα να μην ακουστούν μερικά ποιήματα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (σημειωτέον ότι πολλά από αυτά – και όχι μόνο - οι περισσότεροι χωριανοί τα ήξεραν απέξω) και να μην παιχτούν και μερικά θεατρικά – όχι μόνο σκετς. Το πρόγραμμα είχε πάνω – κάτω την εξής μορφή: Αφετηρία ήταν ο «Ύμνος εις την Σημαίαν» (Αυτό είναι το ιερό πανί το γαλανό και τ’ άσπρο …), κι ακολουθούσαν το «Φεγγαράκι μου λαμπρό» από κάποιο παιδί της πρώτης τάξης, «Το κρυφό σχολειό» του Ιωάννη Πολέμη (Απ' έξω μαυροφόρ' απελπισιά …) και στη συνέχεια έπεφταν τα πιο «βαριά» ποιήματα: το «Ευαγγελισμός – Ελληνισμός» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (Με μιας ανοίγει ο ουρανός, τα σύγνεφα μεριάζουν …), Ο Θούριος του Ρήγα (Ως πότε, παλικάρια, θα ζούμε στα στενά), τα δημώδη Ο Όλυμπος κι ο Κίσαβος, της Δέσπως, του Δράμαλη, μερικά ακόμη ποιήματα του Αρ. Βαλαωρίτη, που πάντοτε ξεσήκωναν τους χωριανούς [Εις τον Ανδριάντα Γρηγορίου του Ε' (Πώς μας θωρείς ακίνητος;...), Ο Δήμος και το καριοφύλι του (Εγέρασα, μωρέ παιδιά…), Ο βράχος και το κύμα ("Μέριασε, βράχε να διαβώ! …), Η Φυγή («Τ’ άλογο! τ’ άλογο! Ομέρ Βρυώνη …), Ο Σαμουήλ (-Καλόγερε, τι καρτερείς κλεισμένος μες στο Κούγκι;…) κ.ά.], το Άλωση της Τριπολιτσάς του Διονύσιου Σολωμού (Ακούω κούφια τα ντουφέκια …), το Χάνι της Γραβιάς του Γ. Ζαλοκώστα (Από κρότον οργάνων βοϊζει της Γραβιάς το βουνό αντικρύ …) και εμβόλιμα ακουγόταν και κανένα πεζό, όπως π.χ. Η Σουλιωτοπούλα του Γιάννη Βλαχογιάννη (Στης μάχης τον καπνό …).
3. Η μορφή [Τεχνολογία - Σκηνικά – κοστούμια κ.τ.τ.]: Το σχολείο τότε σημαιοστολιζόταν με τα πενιχρά μέσα που υπήρχαν. Μικρές χάρτινες ελληνικές σημαίες, μακρόστενες αφισούλες με τίτλους όπως «Ζήτω η 25η Μαρτίου 1821» και «Ζήτω το Έθνος», κολλημένες στους τοίχους και τα τζάμια των παραθύρων και με χάρτινες επίσης αφίσες του Κολοκοτρώνη, του Παπαφλέσσα, του Καραϊσκάκη, του Μπότσαρη, της Μπουμπουλίνας, του Κανάρη και άλλων αγωνιστών, να κοσμούν την μοναδική αίθουσα του σχολείου των έξι τάξεων! Η σκηνή ήταν μια χαμηλή πλατφόρμα, κατασκευασμένη με εθελοντική εργασία χωριανών και βοηθούς μαθητές (οι γυναίκες την κάλυπταν με στρωσίδια), που αποτελούσε και το μοναδικό σκηνικό της παράστασης, όπου έπαιζαν οι μαθητές – ηθοποιοί, προσπαθώντας να ζωντανέψουν με τα πενιχρά μέσα που διέθεταν τις μορφές των ηρώων του ’21. Δεν μπορεί να γίνει λόγος, βέβαια, για σκηνικά αντικείμενα, κοστούμια, αξεσουάρ ή τεχνικά εφέ. Βασικό πρόβλημα ήταν η εξεύρεση των απαραίτητων μέσων για μια αξιοπρεπή σκηνική παρουσία. Η σχετική υποχρέωση ανήκε στο παιδί που αναλάμβανε κάποιο ρόλο. Με υποτυπώδη μέσα οι μαθητές ήταν υποχρεωμένοι να δημιουργήσουν το σκηνικό και αισθητικό περιβάλλον κάθε δρώμενου. Συχνά επιστρατεύαμε την επινοητικότητα και τη φαντασία μας, για να ξεπεράσουμε τις σχετικές δυσκολίες.
Ως προς την πραγματοποίηση της εκδήλωσης, με το άνοιγμα της αυλαίας τα φώτα δεν χαμήλωναν κατά την έναρξη της γιορτής, γιατί απλούστατα δεν υπήρχαν. Οι μαθητές, άλλοι με θάρρος και καλλιτεχνικό ταμπεραμέντο κι άλλοι τρέμοντας απ’ το φόβο τους σαν να βρίσκονταν μπροστά στη σκηνή του Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, παρουσίαζαν τα ποιήματα και τα πατριωτικά θεατρικά δρώμενα, ενώπιον ενός κοινού που παρακολουθούσε με αγωνία και έκδηλο ενδιαφέρον την εξέλιξη επί σκηνής. Μεταξύ των πράξεων του θεατρικού παρεμβάλλονταν μικρές σκηνές – Ιντερμέδια, κάτι σαν όπερα a capella, με το λιμπρέτο, δηλαδή το κείμενό της, να δίνεται σημειολογικά με κυρίαρχο στοιχείο τη συναισθηματική συμμετοχή, που εκφραζόταν με αχ! και βαχ!, καθώς και ευχές για τους ήρωες και κατάρες για τον κάθε «Αλή πασά και Ομέρ Βρυώνη» από τις μανάδες και τις ηλικιωμένες γυναίκες που βρίσκονταν στην πλατεία. Στο τέλος τα «ζήτωωω» και τα παρατεταμένα ενθουσιώδη έκλεινε με παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια. Τα παιδιά τραγουδούσαν μ’ ένα στόμα (α καπέλα κι εδώ), ενώ το ακροατήριο σιγοντάριζε ψυθυριστά και κυριολεκτικά «ήτανε στ’ αστάχυ» για χορό («Όλη δόξα, όλη χάρη», «Έχε γεια καημένε κόσμε», «Κάτω στου Βάλτου τα χωριά» κ.λπ.). Αυτοί δηλαδή οι χοροί και τα τραγούδια αποτελούσαν μια ύλη που άγγιζε τη συλλογική ψυχή, το πνεύμα της κοινότητας. Στο τέλος ακουγόταν μέσα σε ατμόσφαιρα κατάνυξης ο Εθνικός Ύμνος.
Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ, επί τα βελτίω ως προς την εξέλιξη της τεχνολογίας, αλλά επί τα χείρω ως προς τη συλλογική συνείδηση. Ειδικότερα, με την τεχνολογική πρόοδο οι εθνικές σχολικές γιορτές εμπεριέχουν ένα νέο στοιχείο, την εικόνα σε συνεχή ροή. Το στοιχείο αυτό οφείλεται στη χρήση σύγχρονων μέσων, όπως βιντεοπροβολέα, PowerPoint (αμ τι, κάνε!) κ.τ.τ. Η εικόνα κάνει την παρουσίαση των γιορτών πιο εντυπωσιακή και σ’ αυτήν αποδίδουν ένα μεγάλο μέρος της όποιας προσοχής με την οποία παρακολουθούν τη γιορτή οι μαθητές του ακροατηρίου και οι γονείς. Συχνά προβάλλονται και αποσπάσματα από ντοκιμαντέρ σχετικά με τα ιστορικά γεγονότα. Επίσης, πολλές φορές η απαγγελία των ποιημάτων και η ανάγνωση των κειμένων του προγράμματος των γιορτών υποστηρίζεται οπτικά με εικόνες σχετικές με το περιεχόμενό τους που προβάλλονται σε οθόνη. Δεν είναι σπάνιο όμως να συνδυάζεται η απαγγελία ποιήματoς με εικόνα για να … ηρεμούν οι μαθητές. Δεν ξενίζει επίσης και το φαινόμενο να διασπούν την όποια προσοχή του ακροατηρίου οι φωνές των εκπαιδευτικών, για να ησυχάσουν τα παιδιά. Όσο για τους γονείς, μερικοί απ’ αυτούς θεωρούν ότι δεν χρειάζεται να παρακολουθήσουν τη γιορτή, αλλά να την καταγράψουν στο βίντεο - συχνά μόνο το τμήμα εκείνο που σχετίζεται με τα παιδιά τους και τον κύκλο τους - και τη βλέπουν με την ησυχία τους στο σπίτι, αν βέβαια έχουν χρόνο. Τα παραπάνω σημαίνουν ότι η χρήση σύγχρονων μέσων τεχνολογίας δεν κάνει οπωσδήποτε και ωραία τη γιορτή. Αυτό που φαίνεται να λείπει στις μέρες μας είναι η τήρηση κάποιων στοιχειωδών κανόνων χρηστής συμπεριφοράς, ενώ εκείνο που κυριαρχεί είναι ο κακώς εννοούμενος ατομισμός και η αδιαφορία για τα κοινά., που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ενδεχόμενο να εκφραστεί και ως απροθυμία ακόμη και για παρακολούθηση της σχολικής γιορτής. Υπάρχουν, βέβαια, και οι άνθρωποι της προσφοράς. Φοβάμαι όμως πως αυτοί αποτελούν εξαίρεση, οπότε μάλλον στραβά αρμενίζουμε. Ίσως, βέβαια, και τα παιδικά μου βιώματα να άφησαν ανεξίτηλα ίχνη στο θυμικό μου και να οδήγησαν σε μυθοπλασίες. Λέτε να πρόκειται πράγματι για ερμηνευτικό λάθος;

Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου