Μποτίλια στο πέλαγος

Του ΑΓΓΕΛΟΥ Γ. ΧΟΡΤΗ
Aπό τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, διαδοχικά κύματα Ελλήνων άρχισαν να εγκαταλείπουν τις πατρογονικές τους εστίες και να κατευθύνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και όχι, όπως ως τότε, στις παραδοσιακές περιοχές μετανάστευσης (Αίγυπτο, παραδουνάβιες χώρες, Ν. Ρωσία κ.λπ.)

Την ξενιτιά, την αρφανιά, την πίκρα, την αγάπη, Τα τέσσαρα τα ζύγιασαν, βαρύτερα είν’ τα ξένα
(Ν. Πολίτη, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού)







Ανάμεσα στους μετανάστες ήταν και ο αδερφός του παππούλη μου, ο Σπύρος. Όπως, φαντάζομαι, και πολλοί άλλοι νέοι της εποχής, αισθανόταν ότι τα όνειρά του θα πνίγονταν στη μίζερη καθημερινότητα της αγροτικής ζωής του χωριού, στους στενούς ορίζοντες του οποίου η νεότητά του ασφυκτιούσε, καθώς οι προοπτικές του περιορίζονταν στην επανάληψη της ζωής των γονέων και των παππούδων του, χωρίς δυνατότητα άλλης επιλογής. Εκείνος όμως ήθελε να «πετάξει» έξω από όσα τον καθήλωναν και του στερούσαν το όραμα μιας ζωής γεμάτης υποσχέσεις… Και όπως η νιότη αψηφά και δε λογαριάζει εμπόδια και δυσκολίες, αλλά βλέπει το μέλλον φωτεινό και γεμάτο υποσχέσεις πήρε τη μεγάλη απόφαση. Νέος Οδυσσέας, όπως και τόσοι άλλοι μετανάστες, είχε τη δίψα να γνωρίσει το άγνωστο, να πάρει στα χέρια του την τύχη του και να καθορίσει ο ίδιος τη μοίρα του.

Για τη ζωή του στη χώρα που τον υποδέχτηκε δεν γνωρίζω παρά ελάχιστα πράγματα. Σαν τα πρόσωπα που περνούν φευγαλέα από τις σελίδες των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη και, ενώ στην αρχή επικοινωνούν με τους δικούς τους, ύστερα χάνονται και φήμες απροσδιόριστες μιλούν γι αυτούς, έτσι και ο δικός μας μετανάστης σταμάτησε σύντομα τις επαφές με την οικογένειά του. Τον φαντάζομαι, ωστόσο, να βιώνει την άγρια μοναξιά της αμερικανικής μεγαλούπολης, μια ασήμαντη μονάδα σ αυτό το χωνευτήρι ανθρώπων και πολιτισμών, χωρίς φίλους και συγγενείς, χωρίς κάποιους να μοιραστεί μαζί τους όσα ζούσε και όσα ονειρευόταν και όπως όλοι ή οι περισσότεροι μετανάστες, μέσα στην έρημη, ανύπαρκτη πολιτεία, όπου κοπάδια ανθρώπων, χωρίς πρόσωπο και χωρίς σχήμα, πλημμύριζαν τις γέφυρες και τις λεωφόρους, ζούσε μια διπλή ζωή: την καθημερινή άχαρη ζωή της βιοπάλης και τη μυστική ζωή της ονειροπόλησης γαλάζιων δειλινών και γαλήνιων ηλιοβασιλεμάτων, ευωδιάς του θυμαριού, πράσινου των αμπελιών, εκτυφλωτικού μεσημεριανού ήλιου στις πέτρες ή κάτασπρου σεντονιού από χιόνι στη γενέθλια γη. Κι ανάμεσα σ’ αυτά τους γονείς, τα αδέρφια, τους φίλους, με τα πρόσωπα και τα ονόματά τους, σαν αντίστιξη στα απρόσωπα και ξένα ανθρώπινα κοπάδια ανάμεσα στα οποία ζούσε…

Με το πέρασμα των χρόνων και των δεκαετιών το γεγονός της μετανάστευσης του μπάρμπα –Σπύρου φαινόταν ότι είχε ξεθωριάσει στη συνείδηση των δικών του ανθρώπων. Αλλά ποιος μπορεί να διαβάσει την ανθρώπινη ψυχή και όσα εκείνη κρύβει στα βάθη της; Ώσπου στη δεκαετία του 1950, χωρίς κανείς να το περιμένει, ο παππούλης μου πήρε ένα γράμμα από τον ξενιτεμένο του αδερφό. Στο γράμμα αυτό του έγραφε ότι ήταν καλά αποκαταστημένος και ότι σκόπευε να γυρίσει σύντομα στο χωριό. Ήταν σαν ένα βότσαλο στη λίμνη που τάραξε τα ήρεμα νερά του οικογενειακού μας μικρόκοσμου. Μικρό παιδί εγώ έζησα την πρωτόγνωρη, ως τότε για μένα, συγκίνηση του παππούλη μου και την απέραντη και ανιδιοτελή του αδελφική αγάπη, αφού, όπως έλεγε, δεν ήθελε τίποτα περισσότερο παρά μόνο να δει και να αγκαλιάσει τον αδερφό του. Και κατάλαβα αργότερα ότι αρκεί ένα καθοριστικό για τη ζωή μας γεγονός, για να φέρει στην επιφάνεια ευαισθησίες και αισθήματα που οι καθημερινές ανάγκες και ο αγώνας της ζωής κρατούν, πολλές φορές, βαθιά κρυμμένες σαν σπίθα κάτω από τη στάχτη.
Όπως το συλλογίζομαι τώρα, το γράμμα του ξενιτεμένου μού φαίνεται σαν έκφραση της ύστατης ελπίδας του να γυρίσει και να βρει ανάπαυση και γαλήνη στη μήτρα που τον γέννησε και τον μεγάλωσε, δηλαδή στην οικογένεια και στο χωριό του, με λίγα λόγια σε αυτά που κάνουν συγκεκριμένη την ιδέα και το νόημα της πατρίδας. Μπορώ , ακόμα, να συσχετίσω το γράμμα με την μποτίλια στο πέλαγος που ρίχνουν οι απελπισμένοι ναυαγοί, ελπίζοντας στο θαύμα να οδηγηθούν, ίσως, σε ένα ασφαλές λιμάνι.

Ο μπάρμπα- Σπύρος δεν αξιώθηκε ως φυσική παρουσία να γυρίσει στο γενέθλιο τόπο και να δώσει ένα νόημα και μια δικαίωση στη ζωή του που χρόνια ολόκληρα σπατάλησε. Ωστόσο, εγώ πιστεύω ότι πολλές φορές μυστικά, με την καρδιά, την ψυχή και το νου του πέρασε πάνω από βουνά και ωκεανούς και βρέθηκε στον τόπο που γνώρισε τη ζωή, άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο και χειμώνα. Κάθισε με τους γονείς και τα αδέρφια του στη « γωνιά» που τριζοβολούσαν τα κούτσουρα στη φωτιά και, ύστερα, ανάμεσα σε γέλια και χαρές, στην «τάβλα» που έστρωσε η μάνα του για φαγητό, ενώ έξω λυσσομανούσε ο βοριάς και όλα ήταν κατάλευκα από το χιόνι. Μαζί με τα αδέρφια του κλάδεψε τα αμπέλια, φύτεψε τους κήπους και γιόρτασε το Πάσχα, μέσα σε ένα πανηγύρι από φως και χρώματα, την άνοιξη. Πήρε μέρος στο θερισμό και το αλώνισμα, απολαμβάνοντας τη μυρωδιά από τα κομμένα στάχια, γεμίζοντας το στήθος του από θαλασσινό μαϊστρο, δοκιμάζοντας το γλυκό μεσημεριανό κάματο της νιότης και μελετώντας τα άστρα και τα μυστήρια του ουρανού τις αστροφώτιστες νύχτες του καλοκαιριού. Γεύτηκε τη γλυκιά μελαγχολία του φθινοπώρου, έζησε το χαροκόπι του τρύγου, μύρισε τη φρεσκοβρεγμένη από τα πρωτοβρόχια γη, ένιωσε την κούραση της σποράς και άκουσε να μαίνεται η καταιγίδα. Ανέβηκε στην Ψηλή Ράχη, και αγκάλιασε με το βλέμμα του γνώριμα και αγαπημένα τοπία: τις πλαγιές που ροβολούσαν αστράφτοντας στο φως, τα σπίτια του χωριού ανάμεσα στα δέντρα, στο βάθος τη θάλασσα με τους κόρφους και τα νησάκια της σαν ζωγραφιστά… Ύστερα, μια απέραντη γαλήνη κυρίεψε την ψυχή του, μπήκε ξαφνικά σε ένα ολόφωτο τούνελ, έγινε και ο ίδιος φως και προχωρούσε διάφανος. Στο τέρμα του είδε τη μάνα του με τα χέρια ολάνοιχτα να τον περιμένει για να τον σφίξει στην αγκαλιά της….

Θα ’ρθω
Θα ’ρθω, θα ’ρθω … πως κάποτε
το ξέρω, θα γυρίσω…
θυμάσαι, το ’χω τάμα!
Περίμενέ με κι άμποτε,
κι αν τάχατες αργήσω

θα ’μαι κοντά σου αντάμα•
σου το ’πα, θα γυρίσω,
ακόμα και σα θαύμα!


Θεοφάνης Κ. Χόρτης, Δεκέμβρης 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Καλώς ήρθατε!
Σας καλωσορίζουμε στην ανανεωμένη ιστοσελίδα μας!
Η ιστοσελίδα μας επανασχεδιάστηκε και ανανεώθηκε, είναι πιο σύγχρονη, πιο λειτουργική και πιο επικεντρωμένη στο να σας προσφέρει τις πληροφορίες που χρειάζεστε άμεσα και γρήγορα.
Για καλύτερη εμπειρία χρήσης αναβαθμίστε την εφαρμογή περιήγησης (Browser) που χρησιμοποιείτε
Ευχαριστούμε που μας επισκεφθήκατε!